ΑΦΗΓΗΜΑ

 

  ΣΑΝ

  ΓΥΡΙΣΕΙ
  Ο
  ΜΠΑΜΠΑΣ

 

 

      Κάθε   Ανοιξη, κοντά την Ανάσταση  του Χριστού μας, ξαναγυ­ρίζουν τα χελιδόνια! Οι φτερω­τοί αυτοί επισκέπτες με το μαύ­ρο φράκο και το κατάλευκο  πουκάμισο, που σπαθίζοντας τον α­έρα μας φέρνουν ένα χαρμό­συνο μήνυμα:

       Ανοιξη — Ανάσταση — Φως — Χαρά!

       Μαζί με τα χελιδόνια, γυρί­ζουν και πολλά «θαλασσοπού­λια» μας,  πολλοί ναυτικοί μας. Οι περισσότεροι πατεράδες μικρών παιδιών, που τους προσμένουν με λαχτάρα, για να ζήσουν μια εντονότερη πραγματικότητα :  Ανοιξη — Ανάσταση — Πατέ­ρας — Ευτυχία— Χαρά!

        Σαν γυρίσει   ο μπαμπάς λοιπόν, μαζί   με τα χελιδόνια, την  Ανοιξη,   κοντά το Πάσχα, τι ευτυχία στο σπιτικό του ναυτικού!

 

            

        Γιατί είναι εκείνος που λείπει μήνες, χρόνια ίσως, αυλακώνον­τας με το καράβι του τις θάλασ­σες και τους ωκεανούς, για τα καλό όλης της οικογένειας. Γι αυτό και η οικογένεια, τον απο­ζητάει πολύ;

      -  Πότε θάρθει   ο    μπαμπάς;

         Μα και   εκείνος όσα μέρη κι  αν βλέπει, όποια χαρά και   αν γνωρίσει ταξιδεύοντας, μήπως δεν αποζητάει το σπίτι του, τα παιδιά του;

      Μήπως πάντα δεν γράφει στη σύζυγο του: «γράψε μου τί κά­νει το παιδί, και στείλε μου και  μια φωτογραφία του, από την παρέλαση……»

      Υπάρχει, σίγουρα, μια ιδιόμορφη πνευματική επικοινωνία με­ταξύ του ναυτικού και της οι­κογενείας του, των παιδιών του, του παιδιού του!

        Στην τιμονιέρα, στον ασύρματο, στο γραφείο, στην κουκέτα, στο πορτοφόλι, κάπου τέλος πάντων, βρίσκονται μια ή και περισσότερες φωτογραφίες με τα παιδιά, τη  σύζυγο, στεριανές στιγμές, ελπίδα και κουράγιο για τη  δουλειά και πάνω στην δουλειά.

        Πόσο απλώνεται, αλήθεια μια οικογένεια;

        Από ένα μέτρο, ως πολλές χιλιάδες μίλια. Κι' είναι η οι­κογένεια του ναυτικού! Είναι αυτός που σαν θαλασσοπούλι α­φήνει τη  φωλιά, τη  σύζυγο και τα παιδιά και πάει να δουλέψει   στο καράβι, ταξιδεύοντας εδώ κι  εκεί  σ' άγριες θάλασσες, να φτιάξει το μέλλον της οικο­γένειας. Είναι η μάνα που μέ­νει πίσω με τα παιδιά, να φροντίσει το μεγάλωμά τους, τις σπουδές τους, το σπιτικό τους.

         Γέφυρα σ' αυτό  το  χωρισμό, το τηλέφωνο, τα γράμματα  κι  ο αέρας γεμάτος από ελπιδοφό­ρες σκέψεις: Να γυρίσω να  δω τα παιδιά!

         Νάρθει   ο   μπαμπάς να δει   πως μεγαλώσατε!..

         Νάρθει.. Μπορεί ο δικός σας νάρθει αυτό το Πάσχα, μαζί με τα χελιδόνια!  Αν δε μπόρεσε τώρα, θάρθει  αργότερα, όταν τον αναπληρώσει άλλος στο βα­πόρι. Πάντα  η σκέψη   είναι να γυρίσει!

         Να γυρίσει κοντά σ' αγαπημέ­να πρόσωπα, που τα στερήθηκε μήνες, σε φωνούλες που τις ά­κουσε μόνο στ' όνειρά του, τα­ξιδεύοντας, που τις θύμισαν τα κύματα, τ' αστέρια, οι γλάροι!..

       Σαν γυρίσει  ο μπαμπάς! Σαν γυρίσει   ο μπαμπάς, τι χαρά στο σπιτικό του ναυτικού :  Ανοιξη  —   Ανάσταση   —   Ευτυχία!

       Μεγάλη ευτυχία. Κι' ότι και να φέρει δεν έχει τόση σημα­σία όση το ότι ήρθε εκείνος, για να  πουν εδώ στην πατρίδα το «Χριστός Ανέστη». Μα αν πάλι δεν μπόρεσε νάρθει ακριβώς το Πάσχα, σίγουρα το βράδυ της Ανάστασης, οι σκέψεις στεριανών — μανάδων και παιδιών — και ναυτικών,  θ' ανταμωθούν καταμεσής στο πέλαγο, και θα ευ­χηθούν ο  ένας στον άλλο: Χρόνια πολλά!

 

                                                                                                   ΒΑΣΙΛΗΣ  ΠΑΝ. ΚΟΥΤΟΥΖΗΣ

  Κεντρική σελίδα